καλοκαιράκι

καλοκαιράκι
το
υποκορ. του καλοκαίρι θέρος, καλοκαίρι: Ήρθε το καλοκαιράκι, στρίβει ο γέρος το μουστάκι (παροιμ.).

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • καλοκαιράκι — το (υποκορ. τού καλοκαίρι) 1. (θωπευτ.) καλοκαίρι 2. σειρά θερμών ημερών ύστερα από τα πρώτα κρύα τού φθινοπώρου, αλλ. μικρό καλοκαίρι ή καλοκαιράκι τού Αγίου Δημητρίου …   Dictionary of Greek

  • Ксантулис, Яннис — Яннис Ксантулис греч. Γιάννης Ξανθούλης Дата рождения: 1947 год(1947) Место рождения …   Википедия

  • Ξανθούλης, Γιάννης — (Αλεξανδρούπολη 1947 –). Δημοσιογράφος και λογοτέχνης. Σπούδασε σχέδιο και δημοσιογραφία. Σταδιοδρόμησε ως δημοσιογράφος συνεργαζόμενος με διάφορες εφημερίδες, περιοδικά και το ραδιόφωνο. Παράλληλα ασχολήθηκε με την εικονογράφηση παιδικών βιβλίων …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”